6975865779
info@inmemoriam.gr

Το πένθος 16 Ιανουαρίου, 2023

«..αυτό που φοβόμαστε δεν φαίνεται καθόλου να είναι ο θάνατος αφού για το ασυνείδητο αυτός δεν υπάρχει. Αυτό που φοβόμαστε είναι ο πόνος, η κατάρρευση και ο αποχωρισμός από τα αγαπημένο πρόσωπο..» (Φ. Ντολτό, 1985).

 

Ο θάνατος ήταν μαζί μας και θα είναι μαζί μας για πάντα. Ποτέ όμως ο άνθρωπος δεν είχε εξοικειωθεί με την έννοια του θανάτου και ίσως ποτέ δεν θα εξοικειωθεί, ώστε να μπορέσει να τον προσεγγίσει με ευκολία, να τον γνωρίσει περισσότερο και να τον κατανοήσει πλήρως (Σταύρου, 2001).

Έχουν εκπονηθεί πολλές μελέτες για το πένθος. Το πένθος είναι μέρος της ζωής μας και παραμένει κομμάτι του εαυτού μας αφού τον έχουμε βιώσει.

Ένας απλός ορισμός που θα μπορούσε να δοθεί για το πένθος είναι ένα σύνολο συναισθηματικών αντιδράσεων που φυσιολογικά εμφανίζονται μετά την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, μιας κατάστασης ή μιας ιδέας (Τσιάντης, 2001).

Ο Freud περιέγραφε τον πένθος ως μια διεργασία κατά την οποία ο έλεγχος της πραγματικότητας δείχνει ότι το αγαπημένο πρόσωπο δεν υπάρχει πλέον. Τότε το ΕΓΩ καλείται να αποσύρει όλη τη λίμπιντο (ψυχική ενέργεια) από τις συνδέσεις της με το αγαπημένο πρόσωπο που χάθηκε. Η απόσυρση αυτή προκαλεί μια εναντίωση του ΕΓΩ ακόμα κι αν υπάρχει ήδη υποκατάστατο. Πολλές φορές η εναντίωση αυτή μπορεί να είναι τόσο έντονη που να προκαλέσει μια απομάκρυνση από την πραγματικότητα, να αρνείται δηλαδή  το άτομο, ότι το αγαπημένο πρόσωπο έχει χαθεί και να το αναπαράγει μέσω μίας παραισθητικής ψυχωτικής επιθυμίας, όπως για παράδειγμα να ακούει τη φωνή του (βλ. Breuer & Freud, 2018).

Η διεργασία του πένθους είναι κάτι που δεν γίνεται αμέσως, και σχετίζεται με τη  βαθμιαία αποδέσμευση της λίμπιντο από το αγαπημένο πρόσωπο.

Ο Freud υποστηρίζει ότι κάθε μια από τις μνήμες  και τις προσδοκίες με τις οποίες η λίμπιντο του ατόμου που ζει είχε επενδύσει στο πρόσωπο που χάθηκε, έρχεται βαθμιαία και αποδεσμεύεται (Τσιάντης 2001).

Η διεργασία του πένθους είναι επώδυνη όμως τελικά το ΕΓΩ ελευθερώνεται και το άτομο μπορεί και πάλι να επενδύσει συναισθηματικά σε πρόσωπα και αντικείμενα.

Το πως θα εκδηλωθεί το πένθος και τι μορφές θα λάβει εξαρτάται, από την ικανότητα του ατόμου να εκφράσει τα συναισθήματα του κατά πόσο δηλαδή, επιτρέπει στον εαυτό του να θρηνήσει, και κατά πόσο το άτομο μπορεί να περάσει τη διαδικασία της βαθμιαίας αποδέσμευσης της λίμπιντο από το πρόσωπο που χάθηκε.

Η έννοια της διεργασίας του πένθους πρέπει να παραλληλισθεί με τη γενικότερη έννοια της ψυχικής επεξεργασίας, εννοούμενης ως αναγκαιότητας για το ψυχικό σύστημα να δεσμεύει τις τραυματικές εντυπώσεις. Ο Freud στις μελέτες του για την υστερία επεσήμανε την ιδιαίτερη μορφή της επεξεργασίας αυτής όσον αφορά το πένθος. Ανέφερε ότι «…λίγο μετά το θάνατο του αρρώστου άρχισε μέσα της (αναφερόμενος στην υστερική ασθενή που παρακολουθούσε) η διεργασία της αναπαραγωγής που της φέρνει ξανά μπροστά στα μάτια της τις σκηνές της αρρώστιας και του θανάτου του… καθημερινά βλέπει ξανά καθεμία από τις εντυπώσεις αυτές, ξανακλαίει, παρηγοριέται… θα μπορούσαμε να πούμε με την ησυχία της… » (βλ. Breuer & Freud, 2018).

Ο Freud θεωρεί ότι η ύπαρξη της ενδοψυχικής διεργασίας του πένθους πιστοποιείται από την έλλειψη ενδιαφέροντος για τον εξωτερικό κόσμο που παρατηρείται μετά την απώλεια του αντικειμένου: ολόκληρη η ενέργεια του ατόμου μοιάζει να απορροφάται από την οδύνη του και τις αναμνήσεις του, μέχρις ότου  το ΕΓΩ, υποχρεωμένο κατά κάποιον τρόπο να αποφασίσει αν σκοπεύει να μοιραστεί τη μοίρα (τού χαμένου αντικειμένου), λαμβάνει υπ’ όψιν του το σύνο­λο των ναρκισσιστικών ικανοποιήσεων πού συνεπάγεται το να μείνει στη ζωή, και τελικά το παίρνει απόφαση να κόψει τούς δεσμούς του με το αφανισμένο αντικείμενο. Για να επιτελεσθεί η αποδέσμευση αυτή, μόνη ικανή να επιτρέψει καινούργιες επενδύσεις, είναι αναγκαία μια ορισμένη ψυχική εργασία: Καθεμιά από τις αναμνήσεις, καθεμιά από τίς προσδοκίες πού συνέδεαν τη libido με το αντικείμενο, εμφανίζεται ξανά, υπερεπενδύεται, και στην καθεμιά τους λαμβάνει τελικά χώρα η απόσπαση τής libido. Υπ’ αυτήν την έννοια έχει ειπωθεί ότι ή διεργασία τού πένθους συνίσταται στη «θανάτωση τού νε­κρού» (Laplanche & Pontalis, 1986).

Οι κύριες χαρακτηριστικές συναισθηματικές και σωματικές αντιδράσεις είναι συναισθήματα ενοχής που μπορεί να συνοδεύονται από θλίψη, επιθετική διάθεση μπορεί να εμφανίζεται με τη μορφή διαμαρτυρίας ή θυμού προς το πρόσωπο που χάθηκε, έντονη ενασχόληση με τη σκέψη του που συχνά μπορεί να συνοδεύεται με κλάμα ή άγχος, απόσυρση από τις συνήθεις δραστηριότητες, ταύτιση με τη ζωή ή τα συμπτώματα της αρρώστιας του προσώπου που χάθηκε και σωματικά συμπτώματα όπως κόπωση, αδυναμία, απώλεια της όρεξης, του ύπνου κ.α.

Η Kubler- Ross (2019) περιέγραψε 5 στάδια του πένθους:

  1. Το πρώτο στάδιο είναι το στάδιο της άρνησης, κατά το οποίο το άτομο αρνείται την απώλεια. Συνοδεύεται από συναισθήματα ενοχής, απογοήτευσης, θλίψης, εσωτερικής σύγκρουσης. Χρησιμεύει για να προστατεύσει το άτομο από το σοκ της απώλειας. Μπορεί να συνοδεύεται από φράσεις όπως «αποκλείεται να συμβαίνει αυτό, δεν είναι δυνατόν»
  2. Το δεύτερο στάδιο είναι το στάδιο του θυμού, όπου το άτομο στην προσπάθεια του να διαχειριστεί τον ψυχικό πόνο θυμώνει, γίνεται επιθετικό, ρίχνει ευθύνες. Θεωρεί ότι βιώνει μια αδικία. Τα βάζει με τον εαυτό του, το Θεό, τους κοντινούς του ανθρώπους. Συχνά χρησιμοποιεί φράσεις όπως «Γιατί να συμβαίνει αυτό σε μένα, είναι άδικο, τι έχω κάνει για να αξίζω κάτι τέτοιο»
  3. Το τρίτο στάδιο είναι το στάδιο της διαπραγμάτευσης. Στο στάδιο αυτό έχει καταλαγιάσει ο θυμός και το άτομο αρχίζει να αναγνωρίζει τις συνέπειες της απώλειας, αρχίζει να διαπραγματεύεται και να κάνει επίμονες σκέψεις για το τι θα μπορούσε να είχε συμβεί ώστε να είχε αποφευχθεί η απώλεια. Ενδέχεται να συνοδεύεται από τύψεις και ενοχές. Συχνές φράσεις είναι «μακάρι να μην είχε συμβεί κά.»
  4. Στο τέταρτο στάδιο, αυτό της κατάθλιψης, γίνεται στο άτομο σαφής η πραγματικότητα της απώλειας. Φυσιολογικά το άτομο αντιμετωπίζει συμπτώματα καταθλιπτικής αντίδρασης με χαρακτηριστικά όπως η απάθεια, η απόσυρση, απώλεια της όρεξης ή, και του ύπνου, ενοχές, θυμός, φόβος, ψυχοσωματικές ενοχλήσεις. Το άτομο ενδέχεται να χρησιμοποιεί φράσεις όπως «δεν υπάρχει πια κανένα νόημα, καλυτέρα να πεθάνω κι εγώ κ.α.».
  5. Τέλος το στάδιο της αποδοχής συμπίπτει με το τέλος των ψυχικών διεργασιών του πένθους, το άτομο έχει πια δεχτεί την πραγματικότητα και τις συνέπειες της απώλειας. Συνοδεύεται με φράζεις όπως «πρέπει να συνεχίσω, θα βρεθεί μια λύση, η ζωή συνεχίζεται κ.α.».

Η Kübler-Ross (2019) επισήμανε ότι αυτά τα βήματα δεν έρχονται απαραιτήτως με την ίδια σειρά, ούτε βιώνονται όλα τα βήματα από όλους τους ανθρώπους.

Όλοι μας νιώθουμε αβοήθητοι μπροστά στον θάνατο, ανίσχυροι να τον εξηγήσουμε και ανήμποροι να βοηθήσουμε έναν άνθρωπο που θρηνεί. Τα λόγια είναι δύσκολο να βρεθούν και συχνά νιώθουμε αμήχανοι για αυτό που θα πούμε σε έναν άνθρωπο που θρηνεί για κάποιον αγαπημένο του.

Όταν λοιπόν κάποιος μας μιλά για την απώλειά του πρέπει να τον ακούσουμε με ενσυναίσθηση, αυτό και μόνο αυτό έχει τεράστια σημασία. Να τον στηρίξουμε, να τον ενθαρρύνουμε να εκφράσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του χωρίς κριτική και καθοδήγηση. Ο χρόνος που θα διαθέσουμε να ακούσουμε κάποιον με αυτόν τον τρόπο είναι κάτι που δεν πρέπει να στερήσουμε από τα άτομα που αγαπάμε.

Αν πάραυτα διαπιστώσουμε ότι, ο θρήνος είναι παρατεταμένος και φθείρει την λειτουργικότητα του ατόμου, εάν υπάρχουν σωματικά συμπτώματα ή συμπτώματα παρόμοια με αυτά του εκλιπόντος (ταύτιση με τα συμπτώματα της αρρώστιας του ατόμου που χάθηκε), εάν υπάρχει απουσία θρήνου, δηλαδή μια παρατεταμένη εκδήλωση των συμπτώματά του πρώτου σταδίου (το άτομο που θρηνεί να αρνείται την απώλεια και να δείχνει σαν να μην έγινε τίποτα).

 Σε αυτές τις περιπτώσεις ίσως κριθεί αναγκαία η αναζήτηση εξειδικευμένης ψυχολογικής υποστήριξης (Βλαχόπουλος, 2021).

 

Μαρία Κοριζή (MSc)Ψυχολόγος Ψυχοθεραπεύτρια

m.korizi@yahoo.gr

 

 

Βιβλιογραφία

Βλαχόπουλος, Λ. (2021). Συμβουλευτική του Θρήνου: Η Απώλεια στη ζωή μας και η διαχείρισή της, Αθήνα: Νότιος Άνεμος.

Breuer, J. Freud, S. (2018). Μελέτες για την Υστερία, Αθήνα: Πλέθρον.

Dolto, F. (1985). Μιλώντας για τον Θάνατο. Εκδόσεις Πατάκη.

Kübler-Ross, Ε. (2019). Πλησιάζοντας το θάνατο: Τα πέντε στάδια του πένθους, Αθήνα: Ίκαρος.

Laplanche J. Pontalis, J. B. (1986). Λεξιλόγια της Ψυχανάλυσης, Αθήνα: Κέδρος.

Σταύρου, Ε. (2001). Το παιδί και ο Θάνατος, στο Ψυχοσωματικά προβλήματα των παιδιών, Τσιάντης, Γ. Ξυπολυτά –Ζαχαριάδη, Α. (Επίμ.). Αθήνα: Καστανιώτη, σελ. 271-286.

Τσιάντης, Γ. Ξυπολυτά –Ζαχαριάδη Α. (2001). Ψυχοσωματικά προβλήματα των παιδιών. Εκδόσεις Καστανιώτη

Instituto A. T. Beck, Il lutto e la morte: imparare a conoscere ciò che è “oscuro”. Roma. Διαθέσιμο on line: https://www.istitutobeck.com/psicoterapia-morte-lutto?sm-p=560014358 προσπελάστηκε 10/01/2023

Post a comment